ἀντικαταλλαγή
χαῖρ', ὦ μέγ' ἀχρειόγελως ὅμιλε, ταῖς ἐπίβδαις, τῆς ἡμετέρας σοφίας κριτὴς ἄριστε πάντων → all hail, throng that laughs untimely on the day after the festival, best of all judges of our poetic skill
English (LSJ)
ἡ, exchange, τινὸς πρός τι Plu.2.49d, cf. PFlor. 47.15(iii A. D.); requital, Sch.Opp.H.2.687.
Spanish (DGE)
-ῆς, ἡ
1 garantía ἀντικαταλλαγὴν οὐκ ἔχουσα χρηστοῦ καὶ βεβαίου πρὸς ἀβέβαιον καὶ κίβδηλον Plu.2.49d.
2 trueque, permuta ἀπὸ δικαίου ἀντικαταλλαγῆς γενομένης PPanop.21.15 (IV d.C.), cf. PMich.612.11 (VI d.C.)
•contrato de cambio o permuta οὐκ ἔξεσται ... παραβῆναι τήνδε τὴν ἀ. PFlor.47.15 (III d.C.), cf. PSI 1341.19, 20, 21 (V d.C.), PMasp.243.21 (VI d.C.).
3 pago Sch.Opp.H.2.687.
German (Pape)
[Seite 252] ἡ, die (gegenseitige) Vertauschung, τινὸς πρός τι Plut. discr. ad. et am. 2.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντικαταλλᾰγή: ἡ, ἀνταλλαγή, τινὸς πρός τι Πλούτ. 2. 49D.
French (Bailly abrégé)
ῆς (ἡ) :
échange.
Étymologie: ἀντικαταλλάσσομαι.
Greek Monolingual
ἀντικαταλλαγή, η (Α)
1. ανταλλαγή
2. ανταπόδοση.
Russian (Dvoretsky)
ἀντικαταλλᾰγή: ἡ замена (τινος πρός τι Plut.).