πανίον

From LSJ
Revision as of 14:30, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πᾱνίον Medium diacritics: πανίον Low diacritics: πανίον Capitals: ΠΑΝΙΟΝ
Transliteration A: paníon Transliteration B: panion Transliteration C: panion Beta Code: pani/on

English (LSJ)

τό, Dor. for πηνίον. πάνιον, τό, = πλήσμιον, v. πάνια.

German (Pape)

[Seite 460] τό, = πηνίον; τὰ τροχαῖα πανία, Leon. Tar. 8 (VI, 288).

Greek (Liddell-Scott)

πᾱνίον: τό, Δωρ. ἀντὶ πηνίον. ΙΙ. τὸ κοινῶς πανί, καλῶς περικαθαρίσας τὸ τραῦμα καὶ δήσας τὸν πόδα πανίῳ ἀπέλυσεν Ἰω. Μόσχος ἐν τῷ Λειμωναρίῳ 107, Ὀρνεοσόφ. 31, 34, 45.

Greek Monolingual

(I)
τὸ, Α
(δωρ. τ.) βλ. πηνίον.
(II)
και παννίον, τὸ, Μ πάννος
ύφασμα λινό ή βαμβακερό, πανί.

Russian (Dvoretsky)

πᾱνίον: τό дор. = πηνίον.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πᾱνίον -ου, τό Dor. voor πηνίον.