ὁμόχρους
From LSJ
προγράψαντες οὖν τά τε θεωρήματα καὶ τὰ ἐπιτάγματα τὰ χρεῖαν ἔχοντα εἰς τὰς ἀποδείξιας αὐτῶν μετὰ ταῦτα γραψοῦμές τοι τὰ προκείμενα → having therefore written at the beginning the theorems and the postulates that are necessary for their proofs, we will then write out for you the propositions
English (LSJ)
-ουν, contr. for ὁμόχροος.
French (Bailly abrégé)
ους, ουν :
1 de couleur uniforme;
2 de la même couleur;
3 d'une surface égale, unie.
Étymologie: ὁμός, χρόα.
German (Pape)
= ὁμόχροος.