ὑπόφθονος
τὸ ἀγαθὸν αἱρετόν· τὸ δ' αἱρετὸν ἀρεστόν· τὸ δ' ἀρεστὸν ἐπαινετόν· τὸ δ' ἐπαινετὸν καλόν → what is good is chosen, what is chosen is approved, what is approved is admired, what is admired is beautiful
English (LSJ)
ον, somewhat jealous, only in Adv., ὑποφθόνως ἔχειν πρός τινα behave somewhat jealously towards one, Id.HG7.1.26.
German (Pape)
[Seite 1239] ein wenig neidisch; ὑποφθόνως ἔχειν πρός τινα, neidisch, übel gesinnt sein gegen Einen, Xen. Hell. 7, 1,26.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
secrètement jaloux.
Étymologie: ὑπό, φθόνος.
Greek (Liddell-Scott)
ὑπόφθονος: -ον, ὀλίγον φθονερὸς ἢ ζηλότυπος· ἐπίρρ., ὑποφθόνως ἔχειν πρός τινα Ξεν. Ἑλλ. 7. 1, 26.
Greek Monotonic
ὑπόφθονος: -ον, κάπως ζηλιάρης· επίρρ., ὑποφθόνως ἔχειν, το να συμπεριφέρεται κάποιος κάπως ζηλότυπα, σε Ξεν.
Middle Liddell
ὑπό-φθονος, ον,
somewhat jealous: adv., ὑποφθόνως ἔχειν to behave somewhat jealously, Xen.