ὑπερώτατος

From LSJ
Revision as of 22:05, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")

πικρὸν με ἀπαιτεῖς ἐνοίκιον → you ask too much of me, you demand a bitter rent from me

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπερώτατος Medium diacritics: ὑπερώτατος Low diacritics: υπερώτατος Capitals: ΥΠΕΡΩΤΑΤΟΣ
Transliteration A: hyperṓtatos Transliteration B: hyperōtatos Transliteration C: yperotatos Beta Code: u(perw/tatos

English (LSJ)

η, ον, poet. Sup. for ὑπέρτατος (q.v.).

German (Pape)

[Seite 1205] poet. = ὑπέρτατος, Pind. N. 8, 43.

Russian (Dvoretsky)

ὑπερώτατος: Pind. = ὑπέρτατος.

Greek (Liddell-Scott)

ὑπερώτατος: -η, -ον, ποιητ. ὑπερθ. ἀντὶ ὑπέρτατος, Πινδ. Ν. 8. 73.

Greek Monolingual

-άτη, -ον, Α
υπέρτατος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ποιητ. τ. αντί του ὑπέρτατος σχηματισμένος από την πρόθεση ὑπέρ, μέσω ενός επιθ. ὕπερος.

Greek Monotonic

ὑπερώτατος: -η, -ον, ποιητ. αντί του ὑπέρτατος, σε Πίνδ.

Middle Liddell

ὑπερώτατος, η, ον [poetic for ὑπέρτατος, Pind.]