οἰακηδόν

From LSJ
Revision as of 08:50, 8 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")

Λάλει τὰ μέτρια, μὴ λάλει δ', ἃ μή σε δεῖModestus sermo, et qualis deceat, sit tuus → Sprich maßvoll, spricht nicht aus, was unanständig ist

Menander, Monostichoi, 328
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: οἰᾱκηδόν Medium diacritics: οἰακηδόν Low diacritics: οιακηδόν Capitals: ΟΙΑΚΗΔΟΝ
Transliteration A: oiakēdón Transliteration B: oiakēdon Transliteration C: oiakidon Beta Code: oi)akhdo/n

English (LSJ)

Adv., (οἴαξ) in the manner of an οἴαξ, A.D.Adv.205.4.

Greek (Liddell-Scott)

οἰᾱκηδόν: Ἐπίρρ. κατὰ τρόπον οἴακος, «πᾶν εἰς δὸν λῆγον ἐπίρρημα ποιότητὸς ἐστι παρεμφατικόν, οὐ τόπου, βοτρυδόν, οἰακηδόν, ἀγεληδόν κτλ.» Ἀπολλ. Δύσκ. ἐν Α. Β. 616. 18.

Greek Monolingual

οἰακηδόν (Α)
επίρρ. σαν τον οίακα, με τον τρόπο του οίακα, σαν τιμόνι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < οἴαξ, -ακος «τιμόνι» + επιρρμ. κατάλ. -ηδόν (πρβλ. πρυμνηδόν)].

German (Pape)

[ᾱ], nach Art eines Steuerruders, Apoll.Dysc. adv. 619.