παρείσειμι

From LSJ
Revision as of 11:22, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})(\n{{elnl.*}})" to "$4$3$1$2")

προγράψαντες οὖν τά τε θεωρήματα καὶ τὰ ἐπιτάγματα τὰ χρεῖαν ἔχοντα εἰς τὰς ἀποδείξιας αὐτῶν μετὰ ταῦτα γραψοῦμές τοι τὰ προκείμενα → having therefore written at the beginning the theorems and the postulates that are necessary for their proofs, we will then write out for you the propositions

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παρείσειμι Medium diacritics: παρείσειμι Low diacritics: παρείσειμι Capitals: ΠΑΡΕΙΣΕΙΜΙ
Transliteration A: pareíseimi Transliteration B: pareiseimi Transliteration C: pareiseimi Beta Code: parei/seimi

English (LSJ)

(εἶμι ibo), = παρεισέρχομαι, Men.202, Nicostr. Com.4, Philippid.8, Arist.Resp.476a30.

German (Pape)

[Seite 512] (s. εἶμι), = παρεισέρχομαι; Antiphan. bei Ath. III, 118 e; Pol. 5, 75, 8, wie a. Sp.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

παρ-είσειμι binnengaan:. οἱ γῦπες διὰ τοῦ ὄνου παρεισιόντες εἴσω de gieren, die dwars door de ezel heen naar binnen dringen Luc. 39.25.

Russian (Dvoretsky)

παρείσειμι: Arst. = παρεισέρχομαι.

Greek (Liddell-Scott)

παρείσειμι: (εἶμι), = παρεισέρχομαι, Νικόστρατ. ἐν «Ἀντύλλῳ» 1, Φιλιππίδης ἐν Ἀνανεώσει» 4. Ἀριστ. π. Ἀναπν. 11, 3.

Greek Monolingual

Α
παρεισέρχομαι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)- + εἴσειμι «έρχομαι, εισέρχομαι»].