οκταετηρίδα

From LSJ
Revision as of 14:55, 11 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\]" to "πρβλ. $2$4]")

Γάμει δὲ μὴ τὴν προῖκα, τὴν γυναῖκα δέ → Uxorem cape, non dotem, in matrimonium → Nimm bei der Heirat nicht die Mitgift, nimm die Frau

Menander, Monostichoi, 98

Greek Monolingual

η (Α ὀκταετηρίς και ὀκτωετηρίς, -ίδος)
χρονικό διάστημα που απαρτίζεται από οκτώ χρόνια, οκταετία
νεοελλ.
η όγδοη επέτειος
αρχ.
αστρον. ημερολογιακό σύστημα που χρησιμοποιήθηκε στην αρχαία Ελλάδα από τον 6ο π.Χ. αιώνα και κατά το οποίο παρεμβάλλονταν ανά οκταετία τρεις μήνες για να καλύπτεται η διαφορά ανάμεσα στο σεληνιακό και στο ηλιακό έτος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτα- (βλ. λ. οκτώ) + -ετηρίς (< ἐτήρ), πρβλ. δεκαετηρίς].