Φᾶσις
Ὡς ἡδὺ δούλῳ δεσπότου χρηστοῦ τυχεῖν → Quam dulce servo lenem herum nanciscier → Wie froh macht einen Sklaven doch ein guter Herr
English (LSJ)
Φάσιος, also Φάσιδος Arist.Fr.83, ὁ, the river Phasis in Colchis, Hes.Th.340, Hdt.1.2, etc.; χθονὸς εὐρώπης μέγαν ἠδ' Ἀσίας τέρμονα Φᾶσιν A.Fr.191 (anap.).
French (Bailly abrégé)
Φάσιδος (ὁ) :
le Phase :
1 fl. de Colchide;
2 fl. d'Arménie qui prend dans la partie inférieure de son cours le n. de Ἀράξης.
Étymologie:.
Russian (Dvoretsky)
I ιδος ὁ (dat. ιδι и ει - ион. ι) Фасид
1 сын Гелиоса, отец Колха Plut.;
2 река в Колхиде, ныне Рион Hes., Pind., Aesch., Soph.;
3 верхнее течение р. Ἀράξης в Армении Xen.
II Φάσιδος ἡ Фасида (город в устье р. Фасид в Колхиде) Arst.
English (Slater)
Φᾱσις a river of Kolchis. ἐς Φᾶσιν δ' ἔπειτεν ἤλυθον (sc. οἱ Ἀργοναῦται) (P. 4.211) ἀλλ' ἐπέρα ποτὶ μὲν Φᾶσιν θερείαις, ἐν δὲ χειμῶνι πλέων Νείλου πρὸς ἀκτάν (sc. λτ;γτ;ενοκράτης: i. e. his hospitality knew no bounds or seasons) (I. 2.41)
Greek Monolingual
-Φάσιος και Φάσιδος , ὁ, Α
ονομασία ποταμού στην Κολχίδα.
Greek Monotonic
Φᾶσις: Φάσιος, ὁ, ο ποταμός Φάσης στην Κολχίδα, στα σύνορα Ευρώπης και Ασίας, σε Ησίοδ., Ηρόδ. κ.λπ.
Middle Liddell
Φᾶσις, ιος, ὁ,
the river Phasis in Colchis, being the boundary of Europe and Asia, Hes., Hdt., etc.