Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

εκφυλίζω

From LSJ
Revision as of 06:29, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (11)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Τὸ νικᾶν αὐτὸν αὑτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη. Τὸ δὲ ἡττᾶσθαι αὐτὸν ὑφ' ἑαυτοῦ πάντων αἴσχιστόν τε ἅμα καὶ κάκιστον. → Τo conquer yourself is the first and best victory of all, while to be conquered by yourself is of all the most shameful as well as evil

Plato, Laws, 626e

Greek Monolingual

1. αλλοιώνω τη φύση κάποιου
2. μέσ. υφίσταμαι αλλοιώσεις πνευματικές ή και σωματικές, διαφθείρομαι
«εκφυλισμένος άνθρωπος»
3. μτφ. (για αρρώστια και ανώμαλη ενέργεια ή κατάσταση) χάνω την οξύτητά μου
«η αρρώστια, η επανάσταση, η απεργία κ.λπ. εκφυλίστηκε»).