αναλιγδιάζω

From LSJ
Revision as of 06:53, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (3)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Μετὰ τὴν δόσιν τάχιστα γηράσκει χάρις → Post munera cito consenescit gratia → Gleich nach der Gabe altert äußerst schnell der Dank

Menander, Monostichoi, 347

Greek Monolingual

1. (για πορώδη αγγεία που περιέχουν υγρό) σχηματίζω λίγδα, αναδίδω υγρασία στην επιφάνεια
2. γίνομαι νερουλός, αναλιγώνω.