Γάμος γὰρ ἀνθρώποισιν εὐκταῖον κακόν → Conubium homini inire votivum est malum → Die Ehe ist den Menschen ein erflehtes Leid
ἀφυής (-οῡς), -ές (Α) φυή
1. ο μη ευφυής, αυτός που δεν έχει φυσική ικανότητα ή διανοητική υπεροχή
2. αδέξιος, ανίκανος
3. αυτός που δεν έχει άρτια σωματική διάπλαση
4. απονήρευτος, άδολος.