Sunt verba voces quibus hunc lenire dolorem possis, magnam morbi deponere partem → Words will avail the wretched mind to ease and much abate the dismal black disease.
ἐπιχειροτονῶ, -έω (Α)
1. επικυρώνω άποψη, πρόταση κ.λπ. με ανάταση της χειρός
2. επικυρώνω,
επιβεβαιώνω την εκλογή ή την παραμονή άρχοντος στην εξουσία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < επί + χειρο-τονώ].