τρίφυλος

From LSJ
Revision as of 13:24, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (4b)

τὸ ἓν καὶ τὸ ὂν πολλαχῶς λέγεται → the term being and the term one are used in many ways, one and being have various meanings, one and being have many senses

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρίφῡλος Medium diacritics: τρίφυλος Low diacritics: τρίφυλος Capitals: ΤΡΙΦΥΛΟΣ
Transliteration A: tríphylos Transliteration B: triphylos Transliteration C: trifylos Beta Code: tri/fulos

English (LSJ)

[ῐ], ον,

   A of three tribes, πόλις D.H.4.14; τριφύλους ποιῆσαί τινας divide them into three tribes, Hdt.4.161.

German (Pape)

[Seite 1149] von drei Zünften, Stämmen, aus so vielen bestehend; τριφύλους ποιεῖν, in drei φυλαί theilen, Her. 4, 161; D. Hal. 4, 14.

Greek (Liddell-Scott)

τρίφῡλος: -ον, ὁ ἐκ τριῶν φυλῶν, πόλις Διον. Ἁλ. 4. 14· τριφύλους ποιέειν τινάς, διαιρεῖν αὐτοὺς εἰς τρεῖς φυλάς, Ἡρόδ. 4. 161.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
qui se compose de trois tribus.
Étymologie: τρεῖς, φυλή.

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που αποτελείται από τρία φύλα, που έχει τρεις φυλές («πόλις τρίφυλος», Δίον. Αλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρι- + -φυλος (< φυλή), πρβλ. ἀλλό-φυλος].

Greek Monotonic

τρίφῡλος: [ῐ], -ον (φυλή), αυτός που προέρχεται από τρεις φυλές, τριφύλους ποιέειν, να τους διαιρέσεις σε τρεις φυλές, σε Ηρόδ.

Russian (Dvoretsky)

τρίφῡλος: состоящий из трех фил: τριφύλους ποιέειν τινάς Her. делить кого-л. на три филы.