изогнутый
From LSJ
ὤμοι, πέπληγμαι καιρίαν πληγὴν ἔσω → Alas! I am struck deep with a mortal blow! | Ah me! I am struck—a right-aimed stroke within me (Aeschylus, Agamemnon 1343)
Russian > Greek
γαμψός ;; ἑλικτός ;; εἱλικτός ;; ἐπιγναμπτός ;; ἐπικάμπιος ;; κορωνίς ;; στρεβλός ;; σκολιός ;; ἀγκύλος ;; καμπυλοειδής ;; ἑανός ;; περιαγής ;; ἐπικαμπής ;; καμπύλος ;; στρεπτός