ἀστρογείτων
τοῖς πράγμασιν γὰρ οὐχὶ θυμοῦσθαι χρεών· μέλει γὰρ αὐτοῖς οὐδέν· ἀλλ' οὑντυγχάνων τὰ πράγματ' ὀρθῶς ἂν τιθῇ, πράξει καλῶς → It does no good to rage at circumstance; events will take their course with no regard for us. But he who makes the best of those events he lights upon will not fare ill.
English (LSJ)
ον, gen. ονος,
A near the stars, κορυφαί A.Pr.721.
Greek (Liddell-Scott)
ἀστρογείτων: -ον, γεν. ονος, ὁ γειτνιάζων τοῖς ἀστράσι, ἀστρογείτονας… κορυφὰς Αἰσχύλ. Πρ. 721.
French (Bailly abrégé)
ων, ον ; gén. ονος;
voisin des astres.
Étymologie: ἄστρον, γείτων.
Spanish (DGE)
-ον gen. -ονος
vecino de las estrellas κορυφαί A.Pr.721, cf. Eust.1390.21.
Greek Monolingual
ἀστρογείτων, -ον (Α)
αυτός που γειτονεύει με τ' άστρα, ο πανύψηλος.
Greek Monotonic
ἀστρογείτων: -ον, γεν. -ονος, αυτός που βρίσκεται κοντά στα αστέρια, σε Αισχύλ.
Russian (Dvoretsky)
ἀστρογείτων: 2, gen. ονος близкий к звездам, упирающийся в звезды (κορυφαί Aesch.).
Middle Liddell
near the stars, Aesch.