Ἀδώνια
Τὸ νικᾶν αὐτὸν αὑτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη. Τὸ δὲ ἡττᾶσθαι αὐτὸν ὑφ' ἑαυτοῦ πάντων αἴσχιστόν τε ἅμα καὶ κάκιστον. → Τo conquer yourself is the first and best victory of all, while to be conquered by yourself is of all the most shameful as well as evil
Greek (Liddell-Scott)
Ἀδώνια: τά, ὁ θρῆνος ὁ διὰ τὸν Ἄδωνιν τελούμενος κατ’ ἐνιαυτὸν ὑπὸ τῶν Ἑλληνίδων δεσποινῶν, Κρατῖν. ἐν «Βουκόλοις» 2, πρβλ. Ἄδωνις: - Ἐντεῦθεν Ἀδωνιάζουσαι (ὡς εἰ ἐκ ῥήματος Ἀδωνιάζω = ἑορτάζω, τελῶ τὰ Ἀδώνια)· ἐπιγραφὴ τοῦ 15ου εἰδυλλ. τοῦ Θεοκρίτου.
Greek Monotonic
Ἀδώνια: τά, ο θρήνος για τον Άδωνι που τελούνταν ετησίως από Ελληνίδες έγγαμες ηλικιωμένες γυναίκες· απ' όπου Ἀδωνιάζουσαι, αἱ (όπως αν προερχόταν από το Ἀδωνιάζω· εορτάζω, τελώ τα Αδώνια), επιγραφή του 15ου ειδυλλίου του Θεόκρ.
Russian (Dvoretsky)
Ἀδώνια: τά (sc. ἱερά) адонии, поминки по Адонису Arph.
Middle Liddell
the mourning for Adonis, celebrated yearly by Greek matrons: