ἐπιμερής
αἰτήσεις ἀκοὐεις σῶν ἱκετῶν· ταχἐως συνδραμεῖς ἀναπαὐων εὐεργετῶν· ἰάματα παρἐχεις, Ἱερἀρχα, τῇ πρὀς Θεὀν παρρησἰᾳ κοσμοὐμενος → You hear the prayers of your suppliants; quickly you come to their assistance, bringing relief and benefits; you provide the remedies, Archbishop, since you are endowed with free access to God.
English (LSJ)
ές, superpartient, of numbers of the form 1+2/x, 1+3/x, etc., Theo Sm.p.76H., Nicom.Ar.1.17, al.; cf. ἐπιμόριος.
German (Pape)
[Seite 962] ές, das Ganze u. mehrere Theile enthaltend, Nicom. arithm. 1, 20, z. B. 1⅔; λόγος, das Verhältniß 5: 3. Vgl. ἐπιμόριος.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπιμερής: ἐς, «ἐπιμερής· ἀριθμὸς οὕτω λέγεται, ὅταν ὁ μείζων τοῦ ἐλάττονος ὑπερέχῃ μέρει τινὶ» Ἡσύχ., ἴδε ἐπιμόριος.
Greek Monolingual
-ές (Α ἐπιμερής, -ές)
αριθμός που περιέχει ακέραιο και κλάσμα
νεοελλ.
φρ. «επιμερής λόγος» — αρμονικός λόγος συμφωνιών του οποίου ο μείζων όρος περιέχει τον ελάσσονα και μέρη του (5:3, 8:5, 4:3).