Αὐτομέδων

From LSJ
Revision as of 12:24, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")

Ὁ δὲ μὴ δυνάμενος κοινωνεῖν ἢ μηδὲν δεόμενος δι' αὐτάρκειαν οὐθὲν μέρος πόλεως, ὥστε θηρίον θεός → Whoever is incapable of associating, or has no need to because of self-sufficiency, is no part of a state; so he is either a beast or a god

Aristotle, Politics, 1253a25

French (Bailly abrégé)

οντος (ὁ) :
Automédon :
1 cocher d'Achille;
2 autres.
Étymologie: αὐτός, μέδω.

Russian (Dvoretsky)

Αὐτομέδων: οντος ὁ Автомедонт (возница Ахилла) Hom.

Greek (Liddell-Scott)

Αὐτομέδων: -οντος, ὁ, ὁ αὐτὸς ἑαυτὸν κυβερνῶν, ὄνομα τοῦ ἡνιόχου τοῦ Ἀχιλλέως, Ἰλ. ― κλητ. ὦ Αὐτόμεδον, ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 157.

English (Autenrieth)

son of Diōres, charioteer of Achilles, Il. 17.536, Il. 16.145.

Spanish (DGE)

-οντος, ὁ
Automedonte
I mit.
1 auriga de Aquiles y de Neoptólemo Il.9.209, 17.429, Q.S.9.225.
2 pretendiente de Hipodamía, muerto por Enomao, Hes.Fr.259a.
3 personaje de la Blemiomaquia, Blemyom.16.
II 1tirano de Eretria, IV a.C., D.9.58.
2 poeta epigramático de Cízico AP 4.2, 11.29, Autom., I.

Greek Monotonic

Αὐτομέδων: -οντος, ὁ, αυτός που κυβερνά τον εαυτό του, όνομα του ηνίοχου του Αχιλλέα, σε Ομήρ. Ιλ.

Middle Liddell


self-ruler, Automedon, name of Achilles' charioteer, Il.