επαργυρώνω
From LSJ
Βασίλεια δ' εἰκών ἐστιν ἔμψυχος θεοῦ → Rex est imago viva viventis dei → Ein Königreich ist ein beseeltes Bild von Gott
Greek Monolingual
(Α ἐπαργυρῶ, ἐπαργυρόω)
καλύπτω με στρώμα αργύρου, ασημώνω, ασημοκαπνίζω
αρχ.
(μτφ. για δείπνο) κοστίζω πολλά χρήματα.
Translations
silver-plate
Bulgarian: посребрявам; Catalan: argentar, platejar; Dutch: verzilveren; Finnish: hopeoida; German: versilbern; Greek: ασημώνω, αργυρώνω, επαργυρώνω, κάνω επαργύρωση; Ancient Greek: διαργυρόω, ἀργυρόω, περιαργυρόω; Italian: argentare; Polish: posrebrzać; Portuguese: argentar; Russian: серебрить, посеребрить; Spanish: platear, argentar