περιαργυρόω
εἰ μὴ ἦλθον καὶ ἐλάλησα αὐτοῖς, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον → if I had not come and spoken to them, they would not be guilty of sin
English (LSJ)
case with silver, plate with silver, Theopomp.Hist. 40 (a):—Pass., IG11 (2). 161 B77 (Delos, iii B. C.), LXX Ex.27.11, Diog. ap. TheonProg.5, PRyl.110.14 (iii A. D.).
German (Pape)
[Seite 569] versilbern, ῥύπος περιηργυρωμένος, Schmutz in Silber gefaßt, Stob.
Greek Monolingual
περιαργυρόω, ΝΜΑ περιάργυρος
περικαλύπτω κάτι με ελάσματα αργύρου, ασημοδένω («ἐκπώματα ποιεῖν ἐξ αὐτῶν τὰ χείλη περιαργυροῦντας καὶ χρυσοῦντας», Αθήν.)
(μσν. διακοσμώ, στολίζω κάτι.
Greek (Liddell-Scott)
περιαργῠρόω: περιβάλω δι’ ἀργύρου, «ἀσημώνω», Ἀθήν. 476Ε. ― Παθ., Συλλ. Ἐπιγρ. 2860Β. 6, Ρήτορες (Walz) 1. 203.
Translations
silver-plate
Bulgarian: посребрявам; Catalan: argentar, platejar; Dutch: verzilveren; Finnish: hopeoida; German: versilbern; Greek: ασημώνω, αργυρώνω, επαργυρώνω, κάνω επαργύρωση; Ancient Greek: ἀργυρόω, διαργυρόω, ἐπαργυρόω, καταργυρόω, περιαργυρόω; Italian: argentare; Polish: posrebrzać; Portuguese: argentar; Russian: серебрить, посеребрить; Spanish: platear, argentar