Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἐπαργυρόω

From LSJ

Δημήτριος Γλαύκου προφητεύων ἀνέθηκε τοὺς λαμπαδηφόρους ... καὶ περιραντήρια ... → Demetrius son of Glaukos, being prophet, dedicated torch-bearers ... and lustral basins ...

Source

German (Pape)

[Seite 904] versilbern; ἐπιτάττειν ἐπηργυρωμένα, Dinge, die viel Geld kosten, Mnesimach. bei Ath. VIII, 359 c; Inscr.

Greek Monolingual

(Α ἐπαργυρῶ, ἐπαργυρόω)
καλύπτω με στρώμα αργύρου, ασημώνω, ασημοκαπνίζω
αρχ.
(μτφ. για δείπνο) κοστίζω πολλά χρήματα.

Translations

silver-plate

Bulgarian: посребрявам; Catalan: argentar, platejar; Dutch: verzilveren; Finnish: hopeoida; German: versilbern; Greek: ασημώνω, αργυρώνω, επαργυρώνω, κάνω επαργύρωση; Ancient Greek: ἀργυρόω, διαργυρόω, ἐπαργυρόω, καταργυρόω, περιαργυρόω; Italian: argentare; Polish: posrebrzać; Portuguese: argentar; Russian: серебрить, посеребрить; Spanish: platear, argentar