βασιλευτός
τοῖς πράγμασιν γὰρ οὐχὶ θυμοῦσθαι χρεών· μέλει γὰρ αὐτοῖς οὐδέν· ἀλλ' οὑντυγχάνων τὰ πράγματ' ὀρθῶς ἂν τιθῇ, πράξει καλῶς → It does no good to rage at circumstance; events will take their course with no regard for us. But he who makes the best of those events he lights upon will not fare ill.
English (LSJ)
βασιλευτή, βασιλευτόν, suited for monarchical rule, Arist.Pol.1288a8.
Spanish (DGE)
-ή, -όν
apropiado o adecuado para la monarquía πλῆθος Arist.Pol.1288a8.
German (Pape)
[Seite 437] von Königen beherrscht, γένος ἀνθρώπων, beherrschbar, Arist. Pol. 3, 17.
Greek (Liddell-Scott)
βασιλευτός: ή όν, ῥηματ. ἐπίθ., κατάλληλος διὰ βασιλικὴν κυβέρνησιν, Ἀριστ. Πολ. 3. 17, 1 (διάφ. γραφ. βασιλικόν).
Greek Monolingual
βασιλευτός, -ή, -όν (Α) βασιλεύω
ο κατάλληλος να κυβερνιέται από βασιλιά.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
βασιλευτός -ή -όν βασιλεύω geschikt voor koninklijk gezag:. βασιλευτόν... ἐστι πλῆθος ὃ πέφυκε φέρειν γένος ὑπερέχον geschikt voor koninklijk gezag is een bevolking die van nature (het gezag van) een betere familie verdraagt Aristot. Pol. 1288a8.