διέξοδος
μὴ περιρέμβου ζητοῦσα θεόν → do not roam about looking for god
English (LSJ)
ἡ,
A outlet, passage, Hp.Aph.7.51, Arist.PA684b26, etc.; ἀποκεκληϊμένου τοῦ ὕδατος τῆς δ. Hdt.3.117, cf. 4.140; διέξοδοι ὁδῶν passage-ways, Id.1.199; ἀνέμων διέξοδοι (through the body), S.Fr.477; ὅταν πλεύμων μὴ καθαρὰς παρέχῃ τὰς δ. Pl.Ti.84d, cf. 91c; way out from, Th. 3.98; αἱ δ. τῶν ὁδῶν Ev.Matt.22.9; of the main roads out of a town, Aristeas 105; δ. ὑδάτων, of a spring, LXX 4 Ki.2.21; of tears, ib.Ps. 118(119).136. 2 pathway, orbit, of the sun, Hdt.2.24; τρεῖς ἡλίου διέξοδοι three days, E.Andr.1086; of planets, Arist.Mu.399a3: metaph., πολλὰς φροντίδων δ. Henioch.4.5; δ. τῶν βουλευμάτων the paths of his counsels, Hdt.3.156; δ. τῆς φύσεως, τῆς οὐσίας, Ocell. 1.5, 12; [ὁ νοῦς] ἔχων τὴν αὐτὴν διὰ τῶν οὐκ αὐτῶν δ. Plot.6.7.13. 3 issue, event, δ. λαβεῖν Plb.2.1.3, etc. 4 means of escape, πάσας δ. διεξελθών Pl.R.405c; δ. πραγμάτων way out of difficulties, Chrysipp.Stoic.3.66. 5 Medic., evacuation, Hp.Prog.11, Gal.17(1).132 (pl.). II detailed narrative or description, ἡ τοῦ λόγου δ. the course of the narrative or argument, Pl.Criti.109a, cf. Prt.361d, Chrysipp.Stoic.2.250, Ph.1.407; exposition, Phld.Sign.38, Mus. p.110 K., al.; ἡ διὰ στοιχείου δ. description by resolving into elements, Pl.Tht.207c; κατὰ διέξοδον in detail, Aristid.Rh.1p.505S.; δ. καὶ ἔπαινοι narratives, tales, Pl.Prt.326a, etc. III military evolution, δ. τακτικαί Id.Lg.813e, cf. D.C.74.5. 2 excursion, Pl.Phdr. 247a. 3 repeated experiment, Gal.10.169.
German (Pape)
[Seite 620] ἡ, Durch- u. Ausweg, Ausgang, Her. 4, 140; τοῦ ὕδατος 3, 117; u. so Folgde. – Von der Sonne, der Umlauf, in welchem sie die Bahn durch- u. zu Ende läuft, τρεῖς φαενναὶ ἡλίου δ. Eur. Andr. 1087; vgl. Her. 2, 24; mit φορά vrbdn, Plat. Epin. 986 e; πλανητῶν, Arist. mund. 6, womit man Soph. frg. 424 ἀνέμων δ. vergleicht, die periodischen Abwechslungen. – Ein kriegerischer Auszug, Expedition, u. übh. Manöver, τακτικαί Plat. Legg. VII, 813 e; πολιτικαί Dio Cass. 74, 5. – Uebertr., βουλευμάτων δ., Her. 3, 156; διεξόδους πάσας διεξελθών, Ausflüchte, Plat. Rep. III, 405 c. Bes. = ausführliche Auseinandersetzung, τοῦ λόγου Plat. Critia. 109 a; vgl. Prot. 626 a, wo es neben ἐγκώμια u. ἔπαινοι »Erzählungen« od. »Schilderungen« bedeutet; u. so Sp.
Greek (Liddell-Scott)
διέξοδος: ἡ, μέρος πρὸς ἔξοδον, δίοδος, πέραμα, ὀχετός, ἀποκεκληϊμένου τοῦ ὕδατος τῆς δ. Ἡρόδ. 1. 117, πρβλ. 4. 140· διέξοδοι ὁδῶν, διαβάσεις, ὁ αὐτ. 1. 199· ὅταν πλεύμων μὴ καθαρὰς παρέχῃ τὰς δ. Πλάτ. Τιμ. 84D, κτλ. 2) τροχιά, κύκλος, ἐπὶ τοῦ ἡλίου, Ἡρόδ. 2. 24, πρβλ. Εὐρ. Ἀνδρ. 1086· οὕτω, δ. ἄστρων Ἀριστ. π. Κοσμ. 6, 17· ἀνέμων διέξοδοι, αἱ διάφοροι αὐτῶν διευθύνσεις, Σοφ. Ἀποσπ. 424· τὰς τοῦ πνεύματος δ. Πλάτ. Τιμ. 91C, πρβλ. 84D· μεταφ., πολλὰς φροντίδων δ. Ἡνίοχ. Τροχ. 1. 5. 3) τὸ μέρος τῆς ἐξόδου τῶν περιττωμάτων, Ἱππ. Προγν. 39, κτλ. 4) ἔξοδος, ἑπομένως = ἀποτέλεσμα, ἔκβασις, τῶν βουλευμάτων Ἡρόδ. 3. 156· ἔργων Πολύβ. 2. 1, 3, κτλ. 5) μέσον διαφυγῆς, πάσας δ. διεξελθεῖν Πλάτ. Πολ. 405C. ΙΙ. παρὰ Πλάτ. συχνάκις ἐπὶ λεπτομεροῦς διηγήσεως ἢ περιγραφῆς, ἡ τοῦ λόγου δ., ἡ σειρὰ τῆς διηγήσεως ἢ τοῦ συλλογισμοῦ, Κριτί. 109Α, Πρωτ. 361D· ἡ διὰ στοιχείου δ., περιγραφὴ διὰ τῆς εἰς τὰ στοιχεῖα διαλύσεως, Θεαιτ. 207C· ἔκθεσις, συζήτησις, Νόμ. 768D· 812Α, Τιμ. 48C· δ. καὶ ἔπαινοι, διηγήματα, μῦθοι, Πρωτ. 326Α, κτλ. ΙΙΙ. στρατιωτικὴ ἐξέλιξις, δ. τακτικαὶ Νόμ. 813Ε· καθόλου, ἐκστρατεία, Φαίδρ. 247Α.