ἀκολουθέω
Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος (Κατὰ Ἰωάννην 1:1) → In the beginning was the Word, and the Word was with God, and the Word was God.
English (LSJ)
A follow one, go after or with him, freq. of soldiers and slaves:—mostly c. dat. pers., Ar.Pl.19, etc.; ἀ. τῷ ἡγουμένῳ Pl.R. 474c; with Preps., ἀ. μετά τινος Th.7.57, Pl.La.187e, Lys.2.27, etc.; τοῖς σώμασι μετ' ἐκείνων ἠκολούθουν, ταῖς δ' εὐνοίαις μεθ' ὑμῶν ἦσαν Isoc.14.15; ἀ. σύν τινι X.An.7.5.3; κατόπιν τινός Ar.Pl.13: rarely c. acc., Men.558: abs., Pl.Plt.277e, Thphr.Char.18.8, etc.; ἀ. ἐφ' ἁρπαγήν, of soldiers, Th.2.98; ἀκολουθῶν, ὁ, as Subst., = ἀκόλουθος 1, Men.Adul.Fr.1. 2 of stars, follow in the diurnal rotation, Autol.2.2. II metaph., follow, be guided by, τῇ γνώμῃ τινός Th. 3.38; τοῖς πράγμασιν, τοῖς τοῦ πολέμου καιροῖς, D.4.39, 24.95; obey, τοῖς νόμοις And.4.19: c. acc. neut., ἀ. ἅπαντα PLille1.26. 2 follow the thread of a discourse, Pl.Phd.107b, etc. 3 of things, follow upon, to be consequent upon, consistent with, εὐλογία . . εὐηθείᾳ ἀ. Id.R.400e, cf. 398d; follow analogy of, Arist.HA499a10, al. b abs., to be consequent, ὡς γένους ὄντος τοῦ ἀεὶ ἀκολουθοῦντος Top.128b4; as species to individual, GA768b13. 4 abs., ἀκολουθεῖ it follows, Id.Cat.14a31.—Not in Trag.: first in Hippon.55, with ᾱ (s.v.l.), elsewhere ᾰ; takes place of ἕπομαι in later Greek.
Greek (Liddell-Scott)
ἀκολουθέω: μέλλ. -ήσω, εἶμαι ἀκόλουθος, ἕπομαί τινι, ἢ ὑπάγω μετά τινος, ἰδίως ἐπὶ στρατιωτῶν καὶ δούλων: ― συντάσσ. τὸ πλεῖστον μετὰ δοτ. προσώπ., Ἀριστοφ. Πλ. 19, κτλ.· ἀκ. τῷ ἡγουμένῳ, Πλάτ. Πολ. 474C· ὡσαύτως μετὰ προθ., ἀκ. μετά τινος, Πλάτ. Λάχ. 187Ε, Λυσίας 193. 18, κτλ.· τοῖς σώμασι μετ’ ἐκείνων ἠκολούθουν, ταῖς δ’ εὐνοίαις μεθ’ ἡμῶν ἦσαν, Ἰσοκρ. 299C· ἀκ. σύν τινι, Ξεν. Ἀν. 7. 5, 3· κατόπιν τινός, Ἀριστοφ. Πλ. 13· σπανιώτατα μετ’ αἰτιατ. ὡς παρὰ Μενάνδ. Ἀδήλ. 32· πρβλ. Λοβ. Φρύν. 354: ― ἀπολ. συχν. παρὰ Πλάτ., κτλ.· ἀκ. ἐφ’ ἁρπαγῆς ἐπὶ στρατιωτῶν, Θουκ. 2. 98· ἀκολουθῶν, ὁ, ὡς οὐσιαστ., = ἀκόλουθος Ι, Μένανδ. ἐν «Κόλακι» 3. ΙΙ. μεταφ., ἀκολουθῶ τινα εἴς τι πρᾶγμα, ἀφίνομαι νὰ ὁδηγηθῶ ὑπό τινος εἴς τι, τῇ γνώμῃ τινός, Θουκ. 3. 38· τοῖς πράγμασιν, τοῖς καιροῖς, ἀκολουθῶ τὰ πράγματα, κτλ., Δημ. 51. 14., 730. 18: ὑπακούω, τοῖς νόμοις, Ἀνδοκ. 31. 35. 2) παρακολουθῶ τὴν συνέχειαν λόγου τινός, Πλάτ. Φαίδ. 107Β, κτλ. 3) ὡσαύτως ἐπὶ πραγμάτων, ἀκολουθῶ μετά τι, γίνομαι ὡς συμπέρασμά τινος, συμφώνως πρός τι, ἀκολουθεῖν τοῖς εἰρημένοις, Πλάτ. Πολ. 332D· εὐλογίᾳ…. εὐηθείᾳ ἀκ., αὐτόθι 400Ε, πρβλ. 398D: ἀκολουθῶ τὴν ἀναλογίαν τινός, εἰμὶ ὅμοιος πρός τι, Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 2 . 1, 3, καὶ ἀλλ. 4) ἀπολύτως, ἀκολουθεῖ, ἕπεται, Λατ. sequitur, ὁ αὐτ. Κατηγ. 12. 2. - Μόνον παρ’ Ἀττ. κωμῳδοποιοῖς καὶ πεζογράφοις· πρβλ. ἀκόλουθος.