ἑορτά
εἰς τετρημένον πίθον ἀντλεῖν → run water into a punctured pitcher, to the perforated jar bale water, labour in vain, labor in vain
English (Slater)
ἑορτά (-ά, -άν; -αί, -αῖς.)
1 festival καί νυν ἐς ταύταν ἑορτὰν ἵλαος ἀντιθέοισιν νίσεται (O. 3.34) βωμοὺς ἓξ διδύμους ἐγέραρεν ἑορταῖς θεῶν μεγίσταις in Olympia (O. 5.5) εὖτ' ἂν δὲ Ἡρακλέης πατρὶ ἑορτάν τε κτίσῃ πλειστόμβροτον τεθμόν τε at Olympia (O. 6.69) φοινικόπεζαν ἀμφέπει Δάματρα λευκίππου τε θυγατρὸς ἑορτὰν (sc. Ἱέρων) (O. 6.95) πενταετηρίδ' ὅπως ἄρα ἔστασεν ἑορτὰν at Olympia (O. 10.58) ἁρπαλέαν δόσιν πενταεθλίου σὺν ἑορταῖς ὑμαῖς ἐπάγαγες the chief games in Aigina were the Delphinia consecrated to Apollo Delphinios and Artemis Delphinia, Farnell (P. 8.66) Ἄδραστος νέαισί θ' ἑορταῖς ἰσχύος τ ἀνδρῶν ἁμίλλαις ἅρμασί τε γλαφυροῖς ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν the Pythia at Sikyon (N. 9.11) πενταετηρίδ' ἑορτὰν Ἡρακλέος τέθμιον κωμάσαις at Olympia (N. 11.27) ]ες ἐορτ[ά (supp. Snell.) fr. 59. 4. φιλοφροσύναι [ ἑ]ορταὶ ἔμπεδο[ν (supp. Lobel) Θρ. . 1. πενταετηρὶς ἑορτὰ βουπομπός the Pythian festival, on the first day of which was a sacrifice fr. 193.