ημιστροφείον

From LSJ

ὡς οὐδὲν γλύκιον ἧς πατρίδος οὐδὲ τοκήων γίνεται, εἴ περ καί τις ἀπόπροθι πίονα οἶκον γαίῃ ἐν ἀλλοδαπῇ ναίει ἀπάνευθε τοκήων → More than all pleasures that were ever made parents and fatherland our life still bless. Though we rich home in a strange land possess, still the old memories about us cling.

Source

Greek Monolingual

ἡμιστροφεῖον, τὸ (Α)
θεατρική μηχανή που στρέφεται κατά το ήμισυ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + στροφείον «όργανο με το οποίο στρέφεται κάτι» (< στρέφω)].