ξυλάρμενος
From LSJ
Σκηνὴ πᾶς ὁ βίος καὶ παίγνιον: ἢ μάθε παίζειν, τὴν σπουδὴν μεταθείς, ἢ φέρε τὰς ὀδύνας → All life is a stage and a play: either learn to play laying your gravity aside, or bear with life's pains.
Greek Monolingual
-η, -ο
(για πλοίο) αυτό του οποίου η προωστική διάταξη έπαυσε να λειτουργεί λόγω βλάβης ενώ βρισκόταν εν πλω.
επίρρ...
ξυλάρμενα
με μαζεμένα τα πανιά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ξύλο + άρμενο (πρβλ. τριάρμενος)].