σκυλακοκτόνος
From LSJ
Aristotle, Nicomachean Ethics, 5.30
English (LSJ)
σκυλακοκτόνον, dog-killing, Glycon ap. Heph.10.2.
German (Pape)
[Seite 907] Hunde tödtend, ὀδούς, poet. bei Hephaest. p. 33. – Aber pass. mit verändertem Tone σκυλακόκτονος, von Hunden getödtet.
Greek (Liddell-Scott)
σκῠλᾰκοκτόνος: -ον, ὁ τοὺς σκύλακας κτείνων, Γλαύκων παρ’ Ἀθην. Ἡφαιστ. 62.
Greek Monolingual
-ον, Α
αυτός που σκοτώνει τα μικρά σκυλάκια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σκύλαξ, -ακος + -κτόνος (< κτείνω «σκοτώνω»), πρβλ. ταυροκτόνος.