ἐπαναδιπλάζω

From LSJ

Τὸ νικᾶν αὐτὸν αὑτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη. Τὸ δὲ ἡττᾶσθαι αὐτὸν ὑφ' ἑαυτοῦ πάντων αἴσχιστόν τε ἅμα καὶ κάκιστον. → Τo conquer yourself is the first and best victory of all, while to be conquered by yourself is of all the most shameful as well as evil

Plato, Laws, 626e
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπαναδιπλάζω Medium diacritics: ἐπαναδιπλάζω Low diacritics: επαναδιπλάζω Capitals: ΕΠΑΝΑΔΙΠΛΑΖΩ
Transliteration A: epanadiplázō Transliteration B: epanadiplazō Transliteration C: epanadiplazo Beta Code: e)panadipla/zw

English (LSJ)

poet. ἐπανδιπλάζω, reiterate questions, A.Pr.817.

German (Pape)

[Seite 899] noch dazu verdoppeln, noch einmal fragen, καὶ σαφῶς ἐκμάνθανε Aesch. Prom. 819.

French (Bailly abrégé)

interroger une seconde fois, interroger de nouveau.
Étymologie: poét. p. *ἐπαναδιπλάζω, de ἐπί, ἀνά, διπλάζω.

Greek Monolingual

ἐπαναδιπλάζω και ποιητ. τ. έπανδιπλάζω (AM)
ξαναρωτώ («τῶν δ' εἴ τί σοι ψελλόν τε καὶ δυσεύρετον ἐπανδίπλαζε και σαφῶς ἐκμάνθανε», Αισχύλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < επί + ανά + διπλάζω (παράλληλος συντετμημένος τ. του διπλασιάζω)].

Russian (Dvoretsky)

ἐπαναδῐπλάζω: Aesch. = ἐπανδιπλάζω.