παραφωνία

Revision as of 19:25, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

English (LSJ)

ἡ, A harmony. Bacch.Harm.61.

German (Pape)

[Seite 507] ἡ, Nebenton, der mitklingende Ton, wie die Octave, s. Böckh comm. de metr. Pind. p. 254. – Mißton (?).

Greek Monolingual

ἡ, ΝΑ παράφωνος
νεοελλ.
1. μουσ. φθόγγος που ηχεί παρά τους κανόνες του ρυθμού και της αρμονίας, παρατονία, δυσαρμονία, φάλτσο
2. μτφ. διαφωνία, ασυμφωνία, δυσάρεστη αντίθεση
αρχ.
μουσ. η συνήχηση τών φθόγγων, η αρμονία, καθώς και η μελωδική διαδοχή γειτονικών διαστημάτων, όπως της τετάρτης και της πέμπτης.