τὸ ἀλαζονικόν
Translations
boasting
Azerbaijani: lovğalıq; Finnish: rehenteleväisyys, öykkärimäisyys, pöyhkeys; German: Prahlen, Prahlerei, Angeben, Angabe; Ancient Greek: ἀλαζονεία, ἀλαζονία, αὔχη, αὔχημα, αὔχησις, εὖγμα, εὖγματα, εὐχωλή, καύχησις, καῦχος, κομπαγωγία, κομπασμός, κομπεία, κουφολογία, λάπισμα, μεγαλαυχία, μεγαλορρημονία, ὄγκος, περιαυτολογία, περπερεία, πλατυσμός, σεμνολογία, τὸ ἀλαζονικόν, τὸ γαῦρον, τὸ κομπῶδες, ὑπερηφανία, ὑψηλολογία; Irish: mórtas; Latin: iactantia; Malayalam: ദുരഭിമാനം; Spanish: jactancia, fanfarronería; Swedish: skrytsamhet, skryt, skrävel