seksueel verkeer
Dutch > Greek
ἀφροδίσια, ἀφροδισιασμός, βίνημα, βῖνος, γαμική ὁμιλία, γάμος, διφυής Ἔρως, ἔντευξις, ἐπιπλοκή, ζώνη, κοινωνία, κωβήλη, μίξις, μῖξις, μιξοιφία, ξύμμιξις, ξυνήθεια, ξύνοδος, ξυνουσία, ὁμιλία, ὁμιλίη, πλησιασμός, πόθοδος, πόσοδος, πρᾶξις ἡ γεννητική, πρόσοδος, σπλέκωμα, συγκαθεύδησις, σύμμειξις, συμμιξία, σύμμιξις, συμπλοκή, συνέλευσις, συνήθεια, σύνοδος, συνουσία, συνουσίασμα, συνουσιασμός, συνουσίη