одежда
Russian > Greek
σχῆμα, στολή, στολά, σπολά, σκέπασμα, ὑποδύτης, περιβολή, εἷμα, ἑανός, ἔσθημα, ἱματισμός, σάγμα, λωπίον, λώπιον, χλαίνωμα, ἐσθής, ἐσθάς, στολίς, ἀμπεχόνη, σκευή, σκευά, πέπλος, περιβόλαιον, ῥῆγος, σκευάριον, σκεῦος, καταστολή, ἀμφίβληστρον, διασκευή, στόλισμα, ἱμάτιον, ὀθόνη, χιτών, κιθών, κιτών