ἀνθρωποθυσία

From LSJ
Revision as of 06:25, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (4)

Δύο γὰρ, ἐπιστήμη τε καὶ δόξα, ὧν τὸ μὲν ἐπίστασθαι ποιέει, τὸ δὲ ἀγνοεῖν → Two different things are science and belief: the one brings knowledge, the other ignorance (Hippocrates)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνθρωποθῠσία Medium diacritics: ἀνθρωποθυσία Low diacritics: ανθρωποθυσία Capitals: ΑΝΘΡΩΠΟΘΥΣΙΑ
Transliteration A: anthrōpothysía Transliteration B: anthrōpothysia Transliteration C: anthropothysia Beta Code: a)nqrwpoqusi/a

English (LSJ)

ἡ,

   A human sacrifice, ib.857a, al.: in pl., ib.417c, Str.4.4.5, Pallasap.Porph.Abst. 2.56.

German (Pape)

[Seite 234] ἡ, Menschenopfer, Plut.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνθρωποθῠσία: ἡ, τὸ θυιάζειν ἀνθρώπους, ἀνθρωποθυσίας καὶ ξενοκτονίας Πλούτ. 2. 417C, καὶ ἀλλαχοῦ, ἐν τῷ πληθυντ., Στράβ. 198.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
sacrifice humain.
Étymologie: ἄνθρωπος, θύω.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
sacrificio humano Plu.2.417c, 857a, Str.4.4.5, Pallas en Porph.Abst.2.56, Eus.LC 13 (p.239.12).

Greek Monolingual

η (Α ἀνθρωποθυσία)
θυσία ανθρώπου ή ανθρώπων για να εξευμενιστεί κάποιος θεός ή θεοί
νεοελλ.
ανθρωποσφαγή, εξόντωση πολλών στρατιωτών σε αποτυχημένη επιχείρηση.