Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

άρκευθος

From LSJ
Revision as of 06:25, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (6)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ποιητὴς, ὁπόταν ἐν τῷ τρίποδι τῆς Μούσης καθίζηται, τότε οὐκ ἔμφρων ἐστίν → Whenever a poet is seated on the Muses' tripod, he is not in his senses

Plato, Laws, 719c

Greek Monolingual

η (Α ἄρκευθος)
είδος αγκαθωτού θαμνοειδούς κέδρου (Juniperus, γιουνίπερος).
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. άρκευθος είναι ίσως ξένης προελεύσεως. Υποστηρίχθηκε ότι συνδέεται με τον τ. άρκυς «δίχτυ», επειδή τα κλαδιά του φυτού προσφέρονται για πλέξιμο. Ο τ. φέρει επίθημα -θος, που απαντά σε ονόματα φυτών (πρβλ. ασπάλαθος). Η λατινική ονομασία του φυτού είναι juniperus. Η σύνδεση με το λεττ. ē(r)zis «κέδρος» και το αρχ. ινδ. ŗksara- «ακίδα, αγκάθι» δεν είναι βέβαιη. ΠAP. αρχ. αρκεύθινος, αρκευθίς].