ἀντιπερίσπασμα

From LSJ
Revision as of 06:55, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (5)

οὕτως ἐξ ἐχθρῶν αὐτοκτόνα πέμπετο δῶρα, ἐν χάριτος προφάσει μοῖραν ἔχοντα μόρου → thus mutual gifts that bring death were bestowed by enemies, gifts that brought the lot of death in the name of a favor

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντιπερίσπασμα Medium diacritics: ἀντιπερίσπασμα Low diacritics: αντιπερίσπασμα Capitals: ΑΝΤΙΠΕΡΙΣΠΑΣΜΑ
Transliteration A: antiperíspasma Transliteration B: antiperispasma Transliteration C: antiperispasma Beta Code: a)ntiperi/spasma

English (LSJ)

ατος, τό, as military term,

   A diversion, ἀ. ποιεῖν τινί Plb.3.106.6.

German (Pape)

[Seite 258] τό, das Abziehen vom Ziele, ποιεῖν τινι, dem Feinde eine Diversion machen, Pol. 3, 106.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντιπερίσπασμα: τό, ὡς στρατιωτικὸς ὅρος, τὸ ἀντιπερισπᾶν, ἀντιπερισπασμός, ἀντιπερίσπασμα ποιεῖν τινι Πολύβ. 3. 106, 6.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
distracción como término milit. ποιεῖν ἀντιπερίσπασμα τοῖς Κελτοῖς Plb.3.106.6.

Greek Monolingual

ἀντιπερίσπασμα, το (Α)
αντιπερισπασμός.