ἀρτιθαλής
ἐν γὰρ χερσὶ τέλος πολέμου, ἐπέων δ' ἐνὶ βουλῇ → War finds its end in arms, words find their end in debate (Iliad 16.630)
English (LSJ)
ές,
A just budding or blooming, AP5.197 (Mel.); ἐλπίδες Epigr.Gr.348 (Cius); of persons, Nonn.D.3.312,al.
German (Pape)
[Seite 362] στέφανος, eben aufblühend, Mel. 65 (V, 198); übertr., κοῦρος Nonn. D. 9, 201.
Greek (Liddell-Scott)
ἀρτιθᾰλής: -ές, μόλις βλαστάνων ἢ ἀνθῶν, Ἀνθ. Π. 5. 198· ἐλπίδες Ἐπιγράμμ. Ἑλλ. 348.
French (Bailly abrégé)
ής, ές :
frais éclos.
Étymologie: ἄρτι, θάλλω.
Spanish (DGE)
(ἀρτῐθᾰλής) -ές
I 1recién florecido στέφανοι AP 5.198 (Mel.), κῆπος Nonn.D.2.78.
II 1fig. de pers. en la flor de la edad ἄλοχος IUrb.Rom.1184 (II d.C.), κούρη Nonn.D.14.161, cf. 10.249, Par.Eu.Io.9.21
•de anim. tierno νεβρός Nonn.D.11.85.
2 de abstr. apenas florecido ἐλπίδες IKios 88.2 (II d.C.).
Greek Monolingual
ἀρτιθαλής, -ές (AM)
αυτός που τώρα μόλις πετάει βλαστάρια ή άνθη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αρτι- + -θαλής < θάλλω (πρβλ. αειθαλής, αμφιθαλής)].