ἀφανισμός
Oἷς ὁ βιος ἀεὶ φόβων καὶ ὑποψίας ἐστὶ πλήρης, τούτοις οὔτε πλοῦτος οὔτε δόξα τέρψιν παρέχει. → To those for whom life is always full of fears and suspicion, neither wealth nor fame offers pleasure.
English (LSJ)
ὁ,
A extermination, destruction, Plb.5.11.5; πόλεων D.S.15.48; σώματος καὶ ψυχῆς Plu.2.107d; ἀφανισμῷ ἀφανίζειν LXX De.7.2. II = foreg.11, Arist. HA580b21, Luc.Alex.19; ἄστρων Thphr.Sign.2 (pl.), cf. Cleom.2.5; occultation, Theo Sm.p.137 H.; Περὶ ἀ. ἡλιακῶν, title of work by Eudoxus, on occultations of stars by the sun, Phld.D.1.21; τῆς σελήνης Plu.2.670c; ἐγγὺς ἀφανισμοῦ Ep.Hebr.8.13.
German (Pape)
[Seite 407] ὁ, dasselbe, Pol. 5, 11; σελήνης Plut. Symp. 4, 5, 2; Luc. Alex. 44.
Greek (Liddell-Scott)
ἀφανισμός: ὁ, = τῷ προηγ. Ι. Πολύβ. 5. 11, 5. ΙΙ. = τῷ προηγ. ΙΙ, Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 6. 37, 3· ἄστρων Θεοφ. Ἀποσπ. 6. 1, 2· τῆς σελήνης Πλούτ. 2. 670Β.
French (Bailly abrégé)
οῦ (ὁ) :
disparition.
Étymologie: ἀφανίζω.
Spanish (DGE)
-οῦ, ὁ
1 desaparición de pers., Arist.HA 580b21, Luc.Alex.19, Ant.Lib.33.1, Ach.Tat.6.10.1
•Ἀργυρίου ἀφανισμός La desaparición del dinero tít. de una comedia de Estratis, tb. llamada Οἱ ἀγαθοί Ath.248c, Sud.s.u. Στράττις
•de Filípides, Ath.230a
•de Antífanes, Ath.409d.
2 exterminio, destrucción οὐ γὰρ ἐπ' ἀπωλείᾳ δεῖ καὶ ἀφανισμῷ ... πολεμεῖν τοὺς ἀγαθοὺς ἄνδρας los hombres de bien no deberían hacer la guerra con el objetivo de la exterminación y la destrucción Plb.5.11.5, τῶν πόλεων D.S.15.48, σώματος καὶ ψυχῆς Plu.2.107d, ἀφανισμῷ ἀφανιεῖς LXX De.7.2, ἐγγὺς ἀφανισμοῦ Ep.Hebr.8.13, ἀφανισμὸν ... καὶ κατάλυσιν Theopomp.Hist.331.
3 astr. ocultación de los astros, puesta Thphr.Sign.2, Cleom.2.5.111, Theo Sm.p.137, Περὶ ἀφανισμῶν ἡλιακῶν Sobre las ocultaciones (de astros) producidas por la luz del sol tít. de una obra de Eudoxo, Eudox.Fr.127, τῆς σελήνης Plu.2.670b.
English (Strong)
from ἀφανίζω; disappearance, i.e. (figuratively) abrogation: vanish away.
English (Thayer)
ἀφανισμοῦ, ὁ (ἀφανίζω, which see), disappearance; destruction: Theophrastus, Polybius, Diodorus, Plutarch, Lucian, others; often in the Sept., particularly for שַׁמָּה and שְׁמָמָה.)
Greek Monolingual
ο (AM ἀφανισμός) αφανίζω
όλεθρος, καταστροφή
αρχ.
αστρον. έκλειψη (του Ήλιου ή της Σελήνης).