ἐπιπώλησις
κρείσσων ἐναρχόμενος βοηθῶν καρδίᾳ τοῦ ἐπαγγελλομένου καὶ εἰς ἐλπίδα ἄγοντος· δένδρον γὰρ ζωῆς ἐπιθυμία ἀγαθή (Proverbs 13.12 LXX) → One who sincerely sets about helping is better than one who makes promises leading to hope; for a kindly urge is a tree of life.
English (LSJ)
εως, ἡ,
A going round, visitation, a name given by Gramm. to the latter half of Il.4, IG14.1290.59 (prob.), cf. Str.9.1.10, Plu.2.29a.
German (Pape)
[Seite 974] ἡ, das Umhergehen, die Heerschau, so hieß die letzte Hälfte des vierten Buches der Iliade, Plut. de aud. poet. 9 u. Eust.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπιπώλησις: -εως, ἡ, τὸ περιέρχεσθαι, ἐπίσκεψις, ἐπιθεώρησις, ὄνομα διδόμενον ὑπὸ τῶν γραμματικῶν εἰς τὸ δεύτερον ἥμισυ τοῦ Δ τῆς Ἰλ., Συλλ. Ἐπιγρ. 6129b. 59, πρβλ. Πλούτ. 2. 29Α.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
action de passer en revue, revue.
Étymologie: ἐπιπωλέομαι.
Greek Monolingual
ἐπιπώλησις, ἡ (Α) επιπωλούμαι
επίσκεψη, επιθεώρηση και ιδίως όνομα που απέδιδαν οι αρχαίοι γραμματικοί στο δεύτερο μισό της ραψωδίας Δ της Ιλιάδας («τοῡ Ἀγαμέμνονος ἐν τῇ ἐπιπωλήσει τὸν Διομήδην λοιδορήσαντος», Πλούτ.).