ὁκόσα γὰρ ὑπὰρ ἐκτρέπονται ὁποίου ὦν κακοῦ, τάδε ἐνύπνιον ὁρέουσι ὥρμησε → for whatever, when awake, they have an aversion to, as being an evil, rushes upon their visions in sleep (Aretaeus, Causes & Symptoms of Chronic Disease 1.5.6)
ἰσοστάδην (Α)
επίρρ. με ίση δύναμη, με ίση αντίσταση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσ(ο)- + στάδην «σε όρθια στάση» (< ἵστημι), πρβλ. ορθο-στάδην, συ-στάδην.