φεστιβάλ

From LSJ
Revision as of 12:51, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (44)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

συκοφάντης ἐστὶν ἐν πόλει λύκος (τοῖς πέλας λύκος) → Calumniator, quemquem novit, huic lupus'st → Der Denunziant lebt in der Stadt gleichsam als Wolf (ist seinen Nachbarn wie ein Wolf)

Menander, Monostichoi, 440

Greek Monolingual

το, Ν
άκλ.
1. σύνολο καλλιτεχνικών εκδηλώσεων που οργανώνονται περιοδικά, συνήθως την ίδια χρονική περίοδο και στον ίδιο χώρο, και συχνά επικεντρώνονται σε ένα ορισμένο είδος ή σε ορισμένο καλλιτέχνη, έτσι ώστε ο χαρακτήρας τους να προσδιορίζεται από την επιλογή, την ποιότητα και τον αριθμό τών παρουσιαζόμενων ή εκτελούμενων έργων (α. «φεστιβάλ μουσικής» β. «φεστιβάλ χορού» γ. «Φεστιβάλ Αθηνών» δ. «Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου» ε. «Φεστιβάλ τών Καννών» — στ. «Φεστιβάλ Μπετόβεν»)
2. εκδήλωση που οργανώνεται από πολιτικό ή άλλο φορέα σε ορισμένο τόπο και για ορισμένη χρονική διάρκειαφεστιβάλ νεολαίας»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. festival < λατ. festivus «κομψός, χαριτωμένος, ευχάριστος» < festum «γιορτή» (βλ. και λ. φιέστα)].