πανταχῇ

From LSJ
Revision as of 00:48, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (5)

Ἢ μὴ ποίει τὸ κρυπτὸν ἢ μόνος ποίει → Aut occulendum nil patra, aut solus patra → Tu nichts Verborgnes oder tue es allein

Menander, Monostichoi, 225

Greek (Liddell-Scott)

παντᾰχῇ: ἢ -χῆ, Ἐπίρρ., τόπου, ἐν παντὶ τόπῳ, Λατ. ubique, ubivis, σχεδὸν ὡς τὸ πανταχοῦ, Θουκ., Πλάτ., κτλ˙ π. πάντων ἴσον κρατεῖν Ξενοφ. Ἀν. 2. 5, 7˙ π. κύκλῳ Θουκ. 3. 68, πρβλ. 7. 79˙ - μετὰ γεν. τόπου, εἰς πᾶν μέρος τοῦ.., τοῦ Ἑλλησπόντου Ἡρόδ. 7. 106· π. ... ἄστεως ζητῶν νιν Εὐρ. Ἴων 1107. 2) ἐν πάσαις ταῖς πλευραῖς, ἐπὶ πυραμίδος, τῆς ἐστι πανταχῆ (διάφ. γραφ. παντακῆ) μέτωπον ἕκαστον ὀκτὼ πλέθρα ἐούσης τετραγώνου, καὶ ὕψος ἴσον Ἡρόδ. 2. 124: κατὰ πᾶσαν διεύθυνσιν, πανταχοῦ, προσδέρκου π. Σοφ. Ο. Κ. 122· π. διασκοπεῖν Ἀριστοφ. Θεσμ. 660· μὴ περιπέτεσθε π. κεχηνότες ὁ αὐτ. ἐν Ὄρν. 165, κτλ.· ἐπὶ ἐνεργείας, κακῶς πέπρακται π. Εὐρ. Μήδ. 364. ΙΙ. κατὰ πάντα τρόπον, ἀπολύτως, π. ὧν μὴ δῆλόν ἐστι Ἡρόδ. 3. 38· οὐ κατ’ ἓν μόνον, ἀλλὰ π., ὑπὸ πᾶσαν ἔποψιν, ὁ αὐτ. 5. 78, πρβλ. Αἰσχύλ. Πρ. 198, κτλ.· π. δρῶντες, κατὰ πάντα τρόπον ἐνεργοῦντες .., δηλ. ὅ,τιδήποτε καὶ ἂν πράξωμεν, Σοφ. Ἀντ. 634· οἱ π. ἄριστοι ἄνδρες Πλάτ. Νόμ. 918Ε, (περὶ τῆς ὀρθῆς γραφῆς τῆς λέξεως ἴδε Meisterh2 114).

French (Bailly abrégé)

adv.
1 partout, de tous côtés avec ou sans mouv. ; avec un gén. sur tous les points de;
2 de toute manière.
Étymologie: πᾶς, -αχη.

English (Thayer)

(πανταχοῦ) adverb, everywhere: T WH Tr brackets; Sophocles, Thucydides, Plato, others.)

Greek Monotonic

παντᾰχῇ: (πᾶς), επίρρ.:
I. 1. του τόπου, παντού, Λατ. ubique, ubinis, σε Θουκ., Πλάτ. κ.λπ.· με γεν. τόπου, σε κάθε μέρος, πανταχῇ τοῦ Ἑλλησπόντου, σε Ηρόδ.· πανταχῇ ἄστεως, σε Ευρ.
2. σε κάθε πλευρά, σε κάθε κατεύθυνση, με κάθε τρόπο, σε Ηρόδ., Αττ.
II. με κάθε μέσο, απόλυτα, σε Ηρόδ.· οὐ κατ' ἓν μόνον, ἀλλὰ πανταχῇ, με όλο το σεβασμό, στον ίδ.· πανταχῇ δρῶντες, δηλ. οτιδήποτε κάνουμε, σε Σοφ.