βαθυδινήεις

From LSJ
Revision as of 05:56, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (1b)

Μηδέποτε πειρῶ δύο φίλων εἶναι κριτής → Ne recipe amicos inter arbitrium duos → Versuche nie, zu schlichten zweier Freunde Streit

Menander, Monostichoi, 343

German (Pape)

[Seite 424] εσσα, εν, tiefwirbelnd, der Fluß Xanthos (Skamandros) Il. 21, 15. 603; Sp.

French (Bailly abrégé)

ήεσσα, ῆεν;
aux tourbillons profonds.
Étymologie: βαθύς, δίνη.

Spanish (DGE)

(βᾰθῠδῑνήεις) -εσσα, -εν
de profundos remolinos de ríos
el Janto Il.21.15, Panyas.23.3, el Escamandro Il.21.603, el Asopo, Asius 1B., el Alfeo h.Hom.1.3, ῥόος Ὠκεανοῖο Doroth.428.11.

Greek Monolingual

βαθυδινήεις, -εσσα, -εν και βαθυδινής, -ές και βαθυδίνης, ο (Α)
(για ποταμό) αυτός που σχηματίζει βαθιές δίνες, ορμητικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. βαθυδινήεις < βαθύς + δινήεις < δίνη «η περιστροφική κίνηση του νερού, ο στρόβιλος», ο δε βαθυδινής < βαθύς + -δινής < δίνη.

Russian (Dvoretsky)

βαθυδῑνήεις: ήεσσα, ῆεν Hom. = βαθυδίνης.