ποσάπους
κινδυνεύει μὲν γὰρ ἡμῶν οὐδέτερος οὐδὲν καλὸν κἀγαθὸν εἰδέναι, ἀλλ᾽ οὗτος μὲν οἴεταί τι εἰδέναι οὐκ εἰδώς, ἐγὼ δέ, ὥσπερ οὖν οὐκ οἶδα, οὐδὲ οἴομαι· ἔοικα γοῦν τούτου γε σμικρῷ τινι αὐτῷ τούτῳ σοφώτερος εἶναι, ὅτι ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι. → for neither of us appears to know anything great and good; but he fancies he knows something, although he knows nothing; whereas I, as I do not know anything, so I do not fancy I do. In this trifling particular, then, I appear to be wiser than he, because I do not fancy I know what I do not know.
English (LSJ)
ποδος, ὁ, ἡ,
A of how many feet? Pl.Men. 85b.
German (Pape)
[Seite 687] ὁ, ἡ, wie vielfüßig? Plat. Men. 85 b u. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ποσάπους: ποδος, ὁ, ἡ, πόσων ποδῶν; τόδε οὖν ποσάπουν γίγνεται; ὀκτάπουν Πλάτ. Μένων 85Β.
French (Bailly abrégé)
ους, ουν ; gén. άποδος
de combien de pieds ?
Étymologie: πόσος, πούς.
Greek Monolingual
-οδος, ὁ, ἡ, Α
πόσων ποδών, με πόσο μήκος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πόσος + πούς «πόδι», κατά τα δί-πους, τετρά-πους κ.λπ.].
Greek Monotonic
ποσάπους: -ποδος, ὁ, ἡ, πόσων πόδων; σε Πλάτ.
Russian (Dvoretsky)
ποσάπους: 2, gen. ποδος (ᾰ) величиной во сколько футов: τόδε οὖν ποσάπουν γίγνεται; - Ὀκτώπουν Plat. сколько же футов имеет эта (поверхность)? - Восемь.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
ποσάπους -ουν [πόσος, πούς] van hoeveel voet?