πεντάτευχος

From LSJ
Revision as of 13:20, 9 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (1ba)

κέρκος τῇ ἀλώπεκι μαρτυρεῖ → you can tell a fox by its tail, small traits give the clue to the character of a person

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πεντάτευχος Medium diacritics: πεντάτευχος Low diacritics: πεντάτευχος Capitals: ΠΕΝΤΑΤΕΥΧΟΣ
Transliteration A: pentáteuchos Transliteration B: pentateuchos Transliteration C: pentatefchos Beta Code: penta/teuxos

English (LSJ)

ὁ,

   A the Pentateuch, Isid.Etym.6.2.1,2, Gloss.

German (Pape)

[Seite 557] aus fünf Büchern in einem Bande bestehend, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

πεντάτευχος: -ον, ὁ συνιστάμενος ἐκ πέντε τευχῶν ἤτοι πέντε βιβλίων· ὡς οὐσιαστ., ἡ πεντάτευχος (ἐξυπ. βίβλος), τὰ πέντε βιβλία τοῦ Μωϋσέως, Πτολεμ. Γνωστ. 1284Β, Ὠριγέν. ΙΙΙ, 933Β (Ι, 632C). ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρήσεις σ. 372.

Greek Monolingual

-η, -ο / πεντάτευχος, -ον, ΝΑ
1. αυτός που αποτελείται από πέντε τεύχη ή βιβλία
2. το θηλ. ως ουσ. η Πεντάτευχος
(με περιληπτ. σημ.) ονομασία τών πέντε πρώτων βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης, δηλαδή της Γενέσεως, της Εξόδου, τών Αριθμών, του Λευιτικού και του Δευτερονομίου, που κατά την ιουδαϊκή και την χριστιανική παράδοση θεωρούνται έργο του Μωυσή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα- + τεῦχος (πρβλ. επτά-τευχος].

Greek Monotonic

πεντάτευχος: -ον, αυτός που αποτελείται απο πέντε βιβλία· ως ουσ. ἡπεντάτευχος (ενν. βίβλος), τα πέντε βιβλία του Μωυσή, η Πεντάτευχος.

Russian (Dvoretsky)

πεντάτευχος: ἡ (sc. βίβλος) поздн. пятикнижие.

Middle Liddell

πεντά-τευχος, ον,
consisting of five books: as Subst., ἡ π. (sc. βίβλοσ) the five books of Moses, Pentateuch.