ἐπιπομπεύω Search Google

From LSJ
Revision as of 22:25, 9 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (1ab)

Πρὸς υἱὸν ὀργὴν οὐκ ἔχει χρηστὸς πατήρ → Boni parentis ira nulla in filium → Ein guter Vater zürnt nicht gegen seinen Sohn

Menander, Monostichoi, 451
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπιπομπεύω Medium diacritics: ἐπιπομπεύω Low diacritics: επιπομπεύω Capitals: ΕΠΙΠΟΜΠΕΥΩ
Transliteration A: epipompeúō Transliteration B: epipompeuō Transliteration C: epipompeyo Beta Code: e)pipompeu/w

English (LSJ)

   A triumph over, ταῖς τῆς πατρίδος συμφοραῖς Plu.Caes. 56.

German (Pape)

[Seite 972] worüber triumphiren, ταῖς πατρίδος συμφοραῖς Plut. Caes. 56.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπιπομπεύω: ἐμπομπεύω, πομπεύω ἐπί τινι, ταῖς πατρίδος ἐπιπομπεύειν συμφοραῖς οὐ καλῶς εἶχεν Πλουτ. Καῖσ. 56.

French (Bailly abrégé)

triompher sur, triompher de, τινι.
Étymologie: ἐπί, πομπεύω.

Greek Monolingual

ἐπιπομπεύω (Α) πομπεύω
τελώ πομπή, κάνω θρίαμβο, και επομένως χαίρομαι, πανηγυρίζω («ταῑς τῆς πατρίδος ἐπιπομπεύειν συμφοραῑς», Πλούτ.).

Greek Monotonic

ἐπιπομπεύω: μέλ. -σω, θριαμβεύω, τινί, σε Πλούτ.

Russian (Dvoretsky)

ἐπιπομπεύω: досл. торжествовать, перен. злорадствовать (ταῖς συμφοραῖς τινος Plut.).

Middle Liddell

fut. σω
to triumph over, τινί Plut.