кривой
From LSJ
ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται → the word of God will not be dishonoured, the word of God will not be dishonored
Russian > Greek
περιφερής, κυρτός, γαμψός, γναμπτός, κάμπιμος, στρεβλός, κεκλασμένος, ῥοικός, καμπυλόεις, σκολιός, ἀγκύλος, καμπυλοειδής, διάστροφος, κυλλός, σκαληνός, ἑτερόφθαλμος, οὖλος, καμπύλος