Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ξεναγία

From LSJ
Revision as of 13:38, 1 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

Οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → Neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these

Euripides, Suppliants, 968
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ξενᾱγία Medium diacritics: ξεναγία Low diacritics: ξεναγία Capitals: ΞΕΝΑΓΙΑ
Transliteration A: xenagía Transliteration B: xenagia Transliteration C: ksenagia Beta Code: cenagi/a

English (LSJ)

ἡ,

   A office of ξεναγός, command of a body of mercenaries, Id.Hisp.44.    2 = σύνταγμα, Ael.Tact.9.4, Arr.Tact.10.3.    b force of two ψιλαγίαι, Ael.Tact.16.3, Arr.Tact.14.4, prob. in Ascl. Tact.6.3.    II guiding of strangers, Hld.7.13.

German (Pape)

[Seite 275] ἡ, 1) das Herumführen der Fremden, Hel. 7, 13. – 2) das Amt eines ξεναγός, Befehl über ein Heer von Miethstruppen, Sp. – Nach B. A. 284 auch σύνταγμα παρὰ Κρησί, eine bestimmte Heeresabtheilung.

Greek (Liddell-Scott)

ξενᾱγία: ἡ, τὸ ἀξίωμα τοῦ ξεναγοῦ, ἡ ἐπὶ μισθοφορικοῦ σώματος ἀρχηγία, Ἀππ. Ἰβηρ. 44. 2) «σύνταγμα παρὰ Κρησί. καὶ ὁ ἡγεμὼν τούτων ξεναγὸς» Α. Β. 284. ΙΙ. τὸ ὁδηγεῖν ξένους, Ἡλιόδ. 7. 13.

Greek Monolingual

η (Α ξεναγια) ξεναγός
η περιήγηση, η κατατόπιση και η εξυπηρέτηση τών ξένων σε μια χώρα, ξενάγηση
αρχ.
1. η αρχηγία μισθοφορικών στρατευμάτων
2. (στους Κρήτες) σύνταγμα
3. δύναμη δύο ψιλαγιών, δηλαδή σωμάτων με 250 ελαφρά οπλισμένους στρατιώτες στο καθένα.