Δρυὸς πεσούσης πᾶς ἀνὴρ ξυλεύεται → Quercu cadente, nemo ignatu abstinet → Fiel erst die Eiche, holt ein jeder Mann sich Holz
Use adj., Ar. and P. ἄγροικος, P. and V. σκαιός.
peasant: P. and V. αὐτουργός, ὁ, ἐργάτης, ὁ.
buffoon: P. and V. γελωτοποιός, ὁ.
play the clown, v.: P. γελωτοποιεῖν.